Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Ωρα μηδέν για τις τέχνες
Τα ανοιχτά μέτωπα του υπουργείου Πολιτισμού. Τα λάθη, οι παραλείψεις και η αδιαφορία



Η κλοπή αρχαιοτήτων, τον περασμένο Φεβρουάριο, από το Μουσείο Αρχαίας Ολυμπίας ανέδειξε την έλλειψη φυλακτικού προσωπικού στα ελληνικά μουσεία. Οι λόγοι είναι οικονομικοί - κάτι που δεν αναμένεται να αλλάξει τα επόμενα χρόνια




Τα θέατρα εξακολουθούν να λειτουργούν, το ίδιο και οι χώροι συναυλιών, οι κινηματογράφοι, τα μουσεία. Ο πολιτισμός δεν σταματάει επειδή γίνονται εκλογές, ούτε έχει λόγο να σύρεται από κυβέρνηση σε κυβέρνηση. Οσον αφορά όμως τη σχέση του με το υπουργείο Πολιτισμού, η αλλαγή πολιτικής κάθε φορά, τον αγγίζει - ή και τον τραυματίζει -, πόσω μάλλον στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, στενάχωρη εκ προοιμίου λόγω της οικονομικής δυσπραγίας αλλά και της ελάχιστα παραγωγικής περιόδου που διανύθηκε.
Εργα που βρίσκονται στη μέση ή δεν έχουν ξεκινήσει καν, υποχρεώσεις που τρέχουν, προγράμματα που απαιτούν διαρκή επίβλεψη, ανοιχτά μέτωπα που δεν έκλεισαν και νέα, που επίσης χρήζουν αντιμετώπισης. Η τρισυπόστατη εξάλλου «οντότητα» του υπουργείου με την προσθήκη και του Τουρισμού μπορεί τον δεύτερο να τον ωφέλησε, σε τίποτε όμως δεν συνεισέφερε στον πολιτισμό. Αλλωστε το κακό αστείο που κυκλοφόρησε μετά τις κλοπές στην Ολυμπία και στην Εθνική Πινακοθήκη ήταν ότι... καλύτερα η συνένωση να γινόταν με το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Μπορεί έτσι να προστατευόταν και η τέχνη.


Εγκλημα στο μουσείο
Καθόλου τυχαία τα δύο περιστατικά σηματοδοτούν την έναρξη μιας νέας εποχής του εγκλήματος σε χώρους πολιτισμού - πράγμα πρωτόγνωρο για την Ελλάδα -, για την αντιμετώπιση του οποίου μπορεί να αναγγέλθηκαν μέτρα, την εφαρμογή τους όμως, τον συντονισμό και την παρακολούθησή τους θα κληθεί να έχει η νέα ηγεσία του ΥΠΠΟ. Η προστασία και η φύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς περνά μέσα από πολλές παραμέτρους, με τον ανθρώπινο παράγοντα να κατέχει πρωτεύοντα ρόλο. Με την αδυναμία πρόσληψης όμως φυλακτικού προσωπικού για λόγους οικονομικούς - κάτι που δεν αναμένεται να αλλάξει τα επόμενα χρόνια -, ποιες δυνατότητες θα έχει ο επόμενος υπουργός Πολιτισμού για να αντιμετωπίσει το θέμα;
Ο κ. Π. Γερουλάνος πάντως δεν θέλησε ούτε καν το ζήτημα της αλλαγής του ωραρίου λειτουργίας μουσείων και αρχαιολογικών χώρων να ανοίξει, διότι έτσι θα ερχόταν σε σύγκρουση με τους φύλακες. Τι θα γίνει επομένως τώρα που η θερινή σεζόν έχει αρχίσει αλλά φύλακες, ώστε να επεκταθεί το ωράριο, δεν μπορεί να προσληφθούν; Τουρίστες μπροστά σε κλειστά μουσεία ή μουσεία που θα ανοίγουν κατά παραγγελία από τους τουριστικούς πράκτορες με το αζημίωτο;
Ο ίδιος ωστόσο υπέγραψε εν ονόματι της χώρας μια υποτιμητική συμφωνία με το αμερικανικό Μουσείο Γκετί, το οποίο, παρ' ότι κατείχε κλεμμένες ελληνικές αρχαιότητες τις οποίες αναγκάστηκε να επιστρέψει, «ανταμείφθηκε» με τον δανεισμό άλλων έργων προς έκθεση. Στο Γκετί επιπλέον θα παρουσιαστεί και η ελληνική έκθεση για το Βυζάντιο, για την οποία έγινε πολύς λόγος εξαιτίας της ανάμειξης του Μουσείου Μπενάκη. Θα συμφωνήσει άραγε με όλα αυτά και ο επόμενος υπουργός;


Μερίδια ευθύνης
Είκοσι χρόνια συμπληρώνονται εφέτος από την ίδρυση του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού και σήμερα είναι άγνωστο αν και κατά πόσο θα συνεχίσει να υπάρχει. Η περικοπή του προϋπολογισμού του από τη μία πλευρά και οι χειρισμοί του κ. Γερουλάνου από την άλλη οδήγησαν σε παραίτηση του ΔΣ, ο οποία, όπως απεδείχθη εκ των υστέρων, ήταν βολική για το υπουργείο. Διότι αμέσως μετά ήρθαν προτάσεις για την κατάργηση του Ιδρύματος. Νέο ΔΣ δεν διορίστηκε εξάλλου, έτσι το ΕΙΠ ταξιδεύει αυτή τη στιγμή μόνο του, χωρίς καπετάνιο.
Ούτε στην ανανέωση του διευθυντή, της κυρίας Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα συγκεκριμένα, στην Εθνική Πινακοθήκη προχώρησε ο υπουργός - προφανώς για λόγους προεκλογικούς -, αφήνοντας στον επόμενο την απάντηση στο ερώτημα ποιος ευθυνόταν για την κλοπή του Πικάσο. Αποσιωπώντας έτσι ωστόσο ότι ένα μερίδιο ευθύνης βάρυνε και τον ίδιο.
Ανοιχτό μέτωπο αποτελεί και το Ελληνικό Φεστιβάλ. Το γεγονός, όπως παραδέχθηκε ο υπουργός Πολιτισμού σε πρόσφατη συνέντευξή του, ότι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ κ. Γ. Λούκος τού τηλεφωνούσε μία φορά τον χρόνο για να τον ρωτήσει αν θα κάνουν και εφέτος Φεστιβάλ και εκείνος τον διαβεβαίωνε ότι, ναι, θα το κάνουν, δεν περιποιεί τιμή για κανέναν από τους δύο. Γιατί δεν πρόκειται για τη διοργάνωση ετήσιας σχολικής εκδρομής αλλά για έναν πολιτιστικό θεσμό με μακρά ιστορία, υψηλό κόστος και πολλά προσδοκόμενα οφέλη. Πράγματα που ουδείς εκ των δύο φαίνεται να είχε αντιληφθεί ούτε είχε τα αντανακλαστικά να προχωρήσει σε ανασύνταξη μπροστά στα νέα οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα. Ετσι αναρωτιέται κανείς: Με πόσα επιπλέον χρέη θα αφήσει το εφετινό Φεστιβάλ ο κομπορρήμων κατά τα άλλα κ. Λούκος και τι θα πράξει ο νέος υπουργός μπροστά σε αυτό το φαινόμενο;



Το μεγάλο στοίχημα του ΕΣΠΑ
Ο τρόπος ενίσχυσης του σύγχρονου πολιτισμού, εκτός του προφανούς που είναι ο οικονομικός, δεν έχει ακόμη βρεθεί και ελλείποντος του τελευταίου αποτελεί μέγα ζητούμενο, ιδιαίτερα για τους νέους καλλιτέχνες. Αν οι κρατικές επιχορηγήσεις συνιστούν ένα ξεπερασμένο πλέον είδος πολυτελείας, το αίτημα για μια νέα πολιτική που θα δώσει εμπνευσμένες και δημιουργικές λύσεις προβάλλει επιτακτικά.
Μόνο σε έναν τομέα το υπουργείο έδρασε δυναμικά και από αυτό άλλωστε αναμένονται οι πιο σοβαρές εξελίξεις. Πρόκειται για το ΕΣΠΑ, στο οποίο έχουν ενταχθεί ήδη 378 έργα υποδομής σε όλη την Ελλάδα με συνολικό προϋπολογισμό 531 εκατ. ευρώ. Οι δυνατότητες μάλιστα είναι ακόμη τεράστιες, μόνο που εξαρτώνται από την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών του υπουργείου.
Το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, η επέκταση της Εθνικής Πινακοθήκης, τα έργα στην Ακρόπολη, στο Σούνιο και στην Ακαδημία Πλάτωνος, η Αυλή των θαυμάτων στην Πλάκα, η αποκατάσταση του «Ακροπόλ» και της οικίας Λοβέρδου - για να αναφερθούμε μόνο στην Αθήνα - είναι ενταγμένα στο ΕΣΠΑ. Η ολοκλήρωσή τους όμως είναι το δυσκολότερο. Και αν αποτελεί κοινό μυστικό ότι το ΕΣΠΑ υπήρξε προσωπικό στοίχημα της γενικής γραμματέως του ΥΠΠΟ κυρίας Λίνας Μενδώνη, το ερώτημα «τι θα συμβεί στο μέλλον;» μένει να απαντηθεί.
Εν κατακλείδι, πολιτισμός χωρίς χρήματα δεν γίνεται. Κυρίως όμως δεν γίνεται με προχειρότητα, επιπολαιότητα ή αδιαφορία. Η πρόσφατη ιστορία είναι πλήρης από αυτά.